Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επιλεγμένα

Μυστική υπόκλιση

  Το εισιτήριο επικυρώθηκε τόσο αβίαστα όσο αυθόρμητη ήταν και η απόφαση όλων των εκλεκτών να βρεθούν σε αυτήν την συναυλία. Μια συναυλία που η αξία της έδινε το προσωνυμίο "δυσεύρετο" σε κάθε εισιτήριο.  Παρ' όλα αυτά εκείνος το έβαλε χωρίς δεύτερη σκέψη στην τσέπη του και σε λίγα βήματα ήταν στο σωστό θεωρείο. Ένα ακόμα βήμα και καθόταν σιωπηλός στον κεντρικό εξώστη. Όλοι οι μουσικόφιλοι γύρω συζητούσαν με εντυπωσιασμό για αυτό που σε λίγο θα διέκοπτε την συνομιλία τους. Η φήμη του μαέστρου προηγούταν της παρουσίας του. Η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα προμήνυε κάτι το μυσταγωγικό. Τα φώτα χαμήλωσαν μαζί με τις τελευταίες κουβέντες. Όλα τα βλέμματα προσηλωμένα πλέον στο ζητούμενο που μήνες ήταν σε αναμονή. Οι ακροατές καθιστοί, μα όλοι οι επερχόμενοι δημιουργοί που εισήλθαν στάθηκαν όρθιοι. Ακολούθησε με βήμα ταχύ ο πρωταγωνιστής. Χάρισε μια βαθιά υπόκλιση, ένα πράο βλέμμα που αγκάλιασε τον κόσμο και ευθύς στράφηκε με ετοιμότητα προς τους συμπαίκτες. Όλες οι αισθήσεις τε

όταν χάσαμε το "παιδί μέσα μας"





Παιδί. Μια λέξη που παράγεται από τη λέξη παίζω και κατά συνέπεια από τη λέξη ζω, γελάω, τρέχω, νιώθω, ζωγραφίζω, αγαπάω.

Όλοι γεννηθήκαμε παιδιά. Κανείς δεν ήρθε σε αυτό τον κόσμο «μεγάλος» και «σοβαρός». Το να μεγαλώσουμε είναι αναπόφευκτο, το να ψηλώσουμε λογικό, το να ωριμάσουμε αναγκαίο.

Είναι όμως ατύχημα να σοβαρέψουμε, δυστύχημα να χάσουμε το χαμόγελο μας, καταστροφή να ξεχάσουμε να αγαπάμε. Γιατί το να γελάς ή το να αγκαλιάζεις δεν σου τα μαθαίνει κάποιος σοφός δάσκαλος ή κάποιο εξωσχολικό βιβλίο.  Δεν είναι λογικό να τα «ξεχάσεις». Δεν είναι η αγάπη προπαίδεια, ούτε το γέλιο ορθογραφία που κάποτε πήραμε καλό βαθμό.

Και όμως, είναι τόσο κρίμα να χάνουμε κάθε μέρα αυτό το παιδί μέσα μας. Το σπρώξαμε σιγά σιγά παραπέρα. Πλέον δεν χωρούσε στην απασχολημένη μας καρδιά. Στριμωχνόταν βλέπεις από το διάβασμα, από την σημαντική δουλειά στο γραφείο, από την γραβάτα στο λαιμό που σου απαγορεύει να γελάς. Δεν  χωρούσε πλέον γιατί ήταν το φροντιστήριο που σε κρατούσε μακριά από τους φίλους σου. Ήταν το κινητό  σου που πλέον έκλεινε αυτό το παιδί έξω από το τζάμι.

Και έτσι αυτό το παιδί δεν το συν-χωρέσαμε ποτέ. Ούτε καν του «ενοικιάσαμε» την καρδιά μας, το μυαλό μας ήταν πλέον για αυτό ένα φτηνό Airbnb. Το μυαλό μας μια θάλασσα που λυσσομανούσε από περίπλοκες και «μεγαλίστικες» σκέψεις. Το παιδί όμως δυστυχώς είναι μικρό, δεν ξέρει κολύμπι, κανείς δεν του έμαθε. Δυστυχώς. Είναι παιδί. Ευτυχώς…

Και έτσι έφυγε. Πήρε τις ξυλομπογιές και τις τσαπατσούλικες ζωγραφιές του, φόρτωσε στον ώμο, το μικρό σου αγαπημένο αυτοκινητάκι και το κουκλόσπιτό σου. Έτσι χέρι χέρι με το λούτρινό  σου αρκουδάκι, που κοιμόσασταν μαζί κάθε βράδυ, έφυγε. Πήγε στην κοντινή παιδική χαρά. εκεί είχε πιο πολλές ελπίδες…

Όμως εσύ ποτέ δεν το κατάλαβες. Ποτέ δεν πόνεσες. Ποτέ δεν έκλαψες. Γιατί εκείνη την στιγμή ήσουν απασχολημένος. Ήσουν «μεγάλος». Ήσουν νευρικός έφηβος. Ξέγνοιαστος φοιτητής. Πιεσμένος γονιός.

Εκείνο το αθώο μικρό γλυκό παιδάκι γύρισε και σε χαιρέτησε καθώς έφευγε μήπως και το δεις μήπως και συγκινηθείς. Αλλά εσύ δεν είχες χρόνο για «χαζομάρες», οι σκανταλιές ήταν για τους «σπόρους». Θα φαινόσουν «χαζοχαρούμενο». Θα φαινόσουν σαν παιδί. Σωστά…

Καταλαβαίνω. Δεν αρμόζει κάτι τέτοιο. Τι θα πουν οι άλλοι; Πώς θα φανώ; Πώς θα δείχνω σαν αυτούς;

Και έτσι συνέχισε το δρόμο του αποχωρισμού ο μικρός σου ήρωας. Το παιδί που δεν ήταν πια μέσα σου.

Και εσύ συνέχισες να το διώχνεις. Να του φωνάζεις από μακριά, καθώς χανόταν στον ορίζοντα: «δεν σε χρειάζομαι  μπορώ και μόνος μου, είμαι μεγάλος πια»

Και συνέχισες να το διώχνεις…

Κάθε φορά που έλεγες ψέματα στους γονείς και τους αγαπημένους σου φίλους το έδιωχνες. Κάθε φορά που έκλεβες στο παιχνίδι για να φανείς ο καλύτερος. Το έδιωχνες. Κάθε φορά που άρχισες σιγά σιγά να βρίζεις, να κάνεις τις «αταξίες» που είναι μόνο για μεγάλους. Κάθε φορά που χτυπούσες από θυμό τον κολλητό σου, που το «εγώ» έμπαινε πάνω από την παρέα, πάνω από το αληθινό γέλιο, από την πραγματική απόδειξη ότι αγαπάς αληθινά, το έδιωχνες. Και κάθε φορά  που δεν μοιράστηκες με τους άλλους αυτό που εσένα σου περίσσευε, το έδιωχνες. Εκτός και αν δεν σου περίσσευε ούτε λίγο Αγάπη. Τότε  λυπάμαι, το παιδί ήταν ήδη μακριά. Λίγο, λίγο. Βήμα, βήμα. Έπαιρνε τον δρόμο της ξενιτιάς.

Όμως, μην στεναχωριέσαι, αν όντως σου έλειψε αυτός ο δικός σου παιδικός ήρωας. Ακόμα και τώρα, υπάρχει τρόπος για να γυρίσει. Θέλει μόνο ένα αληθινό δάκρυ νοσταλγίας και ένα πλατύ, αληθινό, παιδικό χαμόγελο. Και τότε θα τρέξει και αυτό πάλι πίσω, να παίξτε στο σύντομο σινεμά της ζωής σου, ξανά, όλες αυτές τις τρελές στιγμές που ζήσατε. Να αναπολήστε αυτό το κατεργάρικο βλέμμα.

Μην ανησυχείς. Επιστρέφει. Αλήθεια.

Θέλει όμως κάτι το αληθινό. Θέλει αυτόν τον «σπόρο», που φυτρώνει παντού.

Και τότε θα ξανα- κλέψεις με παιδική αφέλεια την Μερέντα από το πάνω βάζο.

Μην λυπάσαι. Γέλα. Γιατί σε περιμένει…

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις