Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επιλεγμένα

Στα πόσα "όταν" έρχεται η Ευτυχία ;

 

χέρια μονάχα για τους άλλους






Με πήρε από το χέρι κρυφά και με έσυρε με μια σβελτάδα στο μαγικό κρησφύγετο της. Στο παραμυθένιο κάστρο της. Με τράβηξε γοργά μέχρι την ντουλάπα με τα ζαχαρωτά. Άνοιξε τα δύο φύλλα κοιτώντας συνεχώς γύρω μη μας καταλάβουν. Κοίταξε μέσα στην ντουλάπα σαν να έκρυβε το μυστικό της Νάρνια και με κοίταξε με εκείνο το αληθινό χαμόγελο. Τα μάτια της σαν τα κουμπιά της φτωχικής  χειροποίητης ζακέτας της.

-          Έλα Δημητράκη, πάρε αυτά και βάλ’ τα γρήγορα στη τσέπη να μην σε δουν οι άλλοι. Εππ και τσιμουδιά! Ξες εσύ…

Και μου έχυσε στην μικρή μου παλάμη ένα πλήθος από καραμέλες και σοκολατάκια, που μου γυάλιζαν πλέον σαν πολύτιμα μαργαριτάρια. Ήμουν σίγουρος πως είχα ανακαλύψει πλέον εκείνο τον πειρατικό θησαυρό που έψαχνα από μικρός. Τα μάτια μου άστραψαν και το στόμα μου άνοιξε διάπλατα.

« Δεν μπορεί » είπα… μα που τα κρύβει όλα αυτά ; Πως τα φυλάσσει τόσο καλά ; Πώς δεν το καταλαβαίνουν οι άλλοι ; Γιατί δεν τελειώνουν ποτέ;

Παράτησα για λίγο τις ερωτήσεις και άρχισα να μπουκώνω αυθόρμητα τις τσέπες και το στόμα μου. Ήμουν έτοιμος να βάλω φτερά στα πόδια μου, όταν γύρισα για λίγο το κεφάλι  μου να ρίξω μια τελευταία ματιά προς τα πίσω. και την είδα να κάθεται ακόμα εκεί…

-          Σε ευχαριστώ πολύ γιαγιααα… σε ευχαριστώ πολύ

Και μου χαμογέλασε ξανά με το ρυτιδιασμένο της πρόσωπο που  έκρυβε τόσο καλά εκείνο το νεανικό κορίτσι μέσα του.

Εκείνο το νεανικό κορίτσι που σίγουρα είχε στερηθεί για πολλά χρόνια τα γλυκά, μιας και ήταν είδος πολυτελείας. Που το παιδικό της παιχνίδι ήταν η δαχτυλήθρα.
Που όταν έβλεπε την κόρη της να μου κάνει παρατήρηση έλεγε χαρακτηριστικά στο αυτί μου « ασε τη μάνα σου να λέει, και αυτή τα ίδια έκανε μικρή ». Ήταν βλέπεις η μόνη που είχε εξουσία πάνω τους.

Είναι από το είδος των παππούδων που σε δικαιολογούν πάντοτε. Που είσαι για αυτούς όχι εγγονός, αλλά το λίγο παραπάνω παιδί τους. Που νομιμοποιούσαν κάθε παρανομία με το συγκαταβατικό βλέμμα που έλεγε «άστα μωρέ παιδιά είναι…». Και ας ζούσες αδιάφορα σε ένα άλλο «μοντέρνο» σύμπαν.

Γιατί βλέπουν στο ατσαλάκωτο πρόσωπο σου την παλιά τους ευκαιρία να γίνουν και αυτοί «μορφωμένοι», «καλοί μαθητές». Που τους βλέπω ακόμα να πιάνουν την πένα και να την ακουμπούν στο χαρτί με τόση ευλάβεια. Γιατί ίσως κατάλαβαν την αξία της γνώσης μέσω της απουσίας της. Μέσα από την φράση του μπαμπά τους που τους είπε μόλις τέλειωσαν το δημοτικό: « σε χρειαζόμαστε στο μαγαζί. Συγγνώμη… ». και πράγματι τον συγχωρέσαν…

Και τους παρατηρώ να κάθονται στην λικνιστή καρέκλα, δίπλα στο τζάκι, και με τον ρυθμό της να συγχρονίζονται με την παιδική κούνια που λίκνισαν τόσες και τόσες φορές, προετοιμάζοντας ακόμα και την δική μας εμφάνιση.

Μια τρυφερή Μπαμπούσκα.

Παππούδες που γνωρίσανε και αυτοί μια ατίθαση, ένδοξη νιότη. Μην κοιτάς που τα εξωτερικά σημάδια της ξεθώριασαν. Είναι που ο χρόνος έχει βαλθεί να ρυτιδιάσει αυτούς τους ονειροπαρμένους « Δον Κιχώτιδες» με την τραγιάσκα και το πρόχειρο παλτό.

Για μένα τουλάχιστον θα είναι κάτι παραπάνω από μια ρετρό φωτογραφία στο σκονισμένο κομοδίνο του σπιτιού μου. Θα είναι οι άνθρωποι που έβαλαν το δικό τους τάλιρο στην κατάμεστη, πλέον, τσέπη των αναμνήσεων μου, της προσωπικότητας μου.
Το κρυφό πρότυπο, που σε κάθε αυτοκριτική στεκόμουν ανάξιος.

Θα είναι οι άνθρωποι που κάθε φορά που θα τους κοιτώ στα μάτια θα έχουν να μου πουν μια καινούρια μυστική ιστορία για την ζωή τους. Ένα δίδαγμα από την περιπετειώδη ζωή τους. Να μου δώσουν ένα χαμόγελο από τον πόνο τους. Ένα δάκρυ από την χαρά τους. Μια αγκαλιά από την θυσία τους.

Μια ακόμα τόσο γευστική και νοσταλγική σοκολάτα από το ντουλάπι της καρδιάς τους.

Και όταν πλέον θα γίνουν μόνο φωτογραφία, αφήνοντας πίσω άδειες μερικές καρέκλες από το καθιερωμένο εορταστικό τραπέζι, θα τους περιμένω για το επόμενο, ίσως κάπου που θα  έχουμε περισσότερο χρόνο να μου διηγηθούν τις νεανικές περιπέτειες τους γύρω από το τζάκι, πάνω στο τρεμάμενο γόνατο τους. Με το αθώο χαμόγελο τους να μου γνέφει πονηρά, με νόημα …


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις