Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επιλεγμένα

Στα πόσα "όταν" έρχεται η Ευτυχία ;

 

Έκτακτη αναχώρηση συνηθισμένης καθημερινότητας

 



- Κυρία Τατιανή…

ακούστηκε η χαρακτηριστική φωνή του, από το πάνω μπαλκόνι καθώς έσκυψε απαλά ρίχνοντας μια κλεφτή ματιά στον παρακάτω όροφο.

- Κυρία Τατ ι ανή….

Πάντα ξεχώριζε το τ από το ι αφαιρώντας με επιμέλεια το διακριτικό χ που ηχεί ανεπαίσθητα κάθε φορά σε τέτοιες λέξεις.


Η ξύλινη πόρτα μας δεν άργησε να χτυπήσει ρυθμικά.


- Λοιπόν, κρατήστε αυτά, είπε και άφησε ένα δέμα στον μικρό μου αδερφό ενώ αυτός έφυγε σχεδόν βιαστικά με σκυμμένο κεφάλι, αποφεύγοντας το “Ευχαριστώ πολύ” που αντήχησε στο διάδρομο.

Βιαστικά το ξετύλιξε και μια αγκαλιά βιβλία ξεχύθηκαν άτσαλα πάνω στο τραπέζι. Βιβλία κλασικά και σπάνια, μοναδικά, καλοδεμένα και ακριβά.

Ο μικρός βγήκε να τον προλάβει πριν κυλίσουν οι ρόδες του αμαξιού του.


- Να είστε καλά κύριε Κ...

- Καλά… Θα σας ελέγξω ε! Πρόσεχε. Και με ένα μειδίαμα χάθηκε από τον ορίζοντα.


Την επόμενη μέρα η ξύλινη πόρτα συνηθισμένη να ανοίγει στους χτύπους εμφάνισε και πάλι τον γείτονα.

- Λοιπόν, αυτά για σας, δεν τα χρειάζομαι, κάντε τα ό,τι θέλετε, και κίνησε πάλι με βήμα ταχύ σαν να ήθελε να ξεχάσει πως έκανε κάτι καλό. Ήθελε μάλλον να ξεγλιστρήσει επιτυχώς από την φιλοφρόνηση. Αυτή τη φορά μια σακούλα με ακριβά ρούχα ζωγράφισε χαμόγελα ενθουσιασμού στα παιδιά.

Την επόμενη μέρα την διαδέχτηκε ένα πακέτο με παιχνίδια, το επόμενο πρωινό ένα κουτί γεμάτο ακριβά γλυκά και το μεθεπόμενο βράδυ πριν προλάβει η πόρτα να κλείσει τα μάτια της, ήρθε στα μουλωχτά και άφησε ένα κουτί γεμάτο ολόφρεσκο μιλφέιγ.


Κεράσματα, δώρα, μικρά και μεγάλα βιβλία, αθλητικές μπλούζες και επαγγελματικές μπάλες γέμιζαν εβδομαδιαία το μικρό σπιτικό.


Κάθε φορά ο ήχος της άφιξης του αμαξιού του, τέντωνε τις μύτες ποδιών των μικρών παιδιών που κρυφο-κοιτούσαν και μάντευαν σιωπηλά την επόμενη έκπληξη πίσω από την κουρτίνα.


Πόσα χιλιάδες καληνύχτα και αμέτρητες καλημέρες ψέλλισαν όλα αυτά τα χρόνια. Πόσα βράδια τα περάσαν στο μπαλκόνι με όλη την οικογένεια και τον κ. Γείτονα σε μια άκρη του τραπεζιού να μιλάει για τα συγκλονιστικά δεκάδες καινούρια βιβλία που διάβασε.


Πάντα εκεί. Με μια, δυό λέξεις κάθε φορά. Μερικές φορές σκληρές και απόλυτες, μα ποτέ πολλές. Λάτρης του σύντομου, του απλού του λιτού και του καθημερινού στιγμιότυπου που περνά αδιάφορο από τον πολυάσχολο καθημερινό άνθρωπο.


Ιούλιος και ένα ακόμα από τα αμέτρητα ταξίδια του φτάνει πίσω στον προορισμό του. Κατεβαίνει από το αμάξι γεμάτος χαμόγελο και όρεξη να αφηγηθεί περιπέτειες και ανθρώπους. Τα σφριγηλά του χέρια έσφιγγαν δύο βαλίτσες γεμάτες ρούχα, αναμνηστικά και ιδιαίτερες ιστορίες.


- Ε λοιπόν, το βράδυ θα έρθω κάτω να τα πούμε

- Ναι! Είμαστε ανοιχτοί και σας περιμένουμε. Το μπαλκόνι είναι πάντα διαθέσιμο να ακούσει νέες ιστορίες

- Χαχα, τέλεια, είπε με λαμπερό πρόσωπο και κατευθύνθηκε προς τον πάνω όροφο.

...

Ο κ. Γείτονας δεν κατέβηκε ποτέ κάτω. Το μετάνιωσε ίσως. Ίσως, είχε να γνωρίσει πιο σημαντικά πράγματα που κατά βάθος ποθούσε.


Ο κ. Γείτονας αποφάσισε να ανέβει για πρώτη και τελευταία φορά στο πιο πάνω σπιτικό. Στο σπιτικό που η μνήμη και η προσευχή τείνουν να το συνδέουν με τους ανθρώπους.


Συγκλόνισε η απουσία του, γιατί ακριβώς μας ήταν συνεχής η παρουσία του.

Μια έκτακτη αναχώρηση χωρίς προειδοποίηση και ταμπέλες, συμφωνίες, υποσχέσεις και όρκους.


Μα..


Μα θα μπορούσε να ζήσει μέχρι τα βαθιά γεράματα και να...

Θα μπορούσε….


Και όλα αυτά που σχεδίαζε να κάνει θα μπορούσε ίσως...

Ίσως...


Μα είχε υποσχεθεί στον εαυτό του να αλλάξει ριζικά αυτό και μεθαύριο να επανορθώσει εκεί που...

 ΜεΘΑύριο...


Θα. είναι μια λέξη που δεν έχουμε τα πνευματικά της δικαιώματα για να την χρησιμοποιήσουμε με τόση ευκολία.


Το Τώρα από την άλλη είναι τόσο σύντομη λέξη για να μπορούμε να το αναβάλλουμε για την επόμενη Δευτέρα.


Το καθημερινό “Καλημέρα” και “Καληνύχτα” έγιναν ένα αυθημερόν “Αντίο…”

έγιναν μια τελευταία νοερή χειραψία πριν ανέβει τα σκαλοπάτια του ουράνιου ημιώροφου.


Ο κ.Κώστας είναι πλέον ανάμνηση 


Βρέθηκε στον καναπέ του σπιτιού του καθιστός και πάνω στα πόδια του βαστούσε αθόρυβα ένα μισοτελειωμένο βιβλίο. Δεν πρόλαβε να σύρει την επόμενη σελίδα. Ένα ξαφνικό φτερούγισμα της καρδιάς και απέθεσε την τελευταία του εκπνοή, σαν σε ύπνο, πάνω στις σελίδες του βιβλίου.


Τώρα βρίσκεται ξαπλωμένος. Ίσως ακόμη κοιμώμενος, σε μια ανεπαίσθητη αναμονή.


Και ο ύπνος του αυτός βαστάζεται από τους ζωντανούς γνωστούς του μόνο με μια εξίσου ζωντανή Ελπίδα, τίποτα λιγότερο.


Πράγματι, ο ύπνος δεν αργεί. Βαστά σταθερά τον χρόνο στο χέρι κοιτώντας τον να φθίνει.


Πράγματι, οι μέρες αδιόρατα κυλούν...

μα αν γνωρίσει κανείς το Αιώνιο οι μέρες σταματάνε ήδη να μετράνε από εδώ.

Ο φόβος του αντίστροφου χτυπου του ρολογιού μεταμορφώνεται σε μια "παράδοξη" προσμονή. 


Ήδη, το μικρό γήινο σπιτικό μας μας αφήνει πολλούς διακριτικούς φεγγίτες. Τους αφήνει να φωτίζουν το εσωτερικό για να τραβήξουν το ενδιαφέρον μας προς την ανυψωτική σκάλα. 

Έτσι αυτό το Φως δημιουργεί αυτήν την προσμονή.

Λίγο από αυτό και λησμονεί κανείς ακόμα και το πού έμενε, καθώς γαντζώνεται με λαχτάρα προς το φωτισμένο ανώγειο.

Τι όμορφο παράδοξο. 

Ήξερε τελικά ο κ. Γείτονας να αφήνει τις καλύτερες ιστορίες χωρίς τέλος, για το τέλος...

Τι Αναστάσιμο παράδοξο...




Αν βρούμε την ουσία

ίσως να αλλάξει η απουσία

σε Αλήθειας συνεχή παρουσία



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις